Είναι χαρακτηριστικό ότι ορίζονται ποσοστά εκπαιδευτικών βαθμολογικής εξέλιξης από τον έναν βαθμό στον επόμενο με συνέπεια στο τέλος να φτάνουν στον τελευταίο βαθμό (τον Α) ένα ποσοστό περίπου 15% από το σύνολο όσων εκπαιδευτικών έχουν ξεκινήσει με τον αρχικό βαθμό (τον ΣΤ). Αυτή η ποσόστωση αποτελεί ένα ακόμη κόλπο για τη μείωση των μισθών των εκπαιδευτικών, ξέχωρα από τις οριζόντιες μειώσεις του αριθμού όλων των δημοσίων υπαλλήλων και χώρια από τον κίνδυνο αργότερα για απολύσεις εκπαιδευτικών όταν αξιολογητές πιθανά θα γίνουν οι φασίστες και σοσιαλφασίστες που θα προβαίνουν σε πολιτικές εκκαθαρίσεις με άλλοθι στημένες, επιλεκτικές αξιολογήσεις.
Δηλαδή τα αποτελέσματα της αξιολόγησης θα μπορούν να γίνουν καίρια για το μισθό, για την εργασία και συνακόλουθα για την επιβίωση των εργαζομένων στην εκπαίδευση. Όχι μόνο σε σχέση με τα όσα αναφέρονται στους παραπάνω νόμους, αλλά κυρίως γιατί το σημερινό πολιτικό σύστημα (εννοούμε και η κυβέρνηση και ακόμα περισσότερο η αντιπολίτευση) είναι αναξιόπιστο και κυρίως αυταρχικό και δόλιο όπως έχει δείξει η μέχρι τα σήμερα πρακτική του. Το περασμένο καλοκαίρι η κυβέρνηση κατάργησε μέσα σε μια νύχτα τη μισή τεχνική εκπαίδευση βάζοντας σε διαθεσιμότητα πάνω από 2000 καθηγητές των ΕΠΑΛ-ΕΠΑΣ χωρίς καμιά προηγούμενη διαβούλευση και χωρίς να ρωτήσει κανέναν. Προηγούμενα είχε καταργήσει σε μια νύχτα την ΕΡΤ και είχε επίσης απολύσει τους φύλακες από τα σχολεία όπως απέλυσε επίσης και τη δημοτική αστυνομία. Όλες αυτές οι καταργήσεις κλάδων ουσιαστικά είχαν προεγκριθεί ακόμα και προταθεί από την αντιπολίτευση, γι αυτό και οι σχετικοί αγώνες των απολυμένων ουσιαστικά πουλήθηκαν από τις συνδικαλιστικές ηγεσίες, πχ ποτέ δεν ενοποιήθηκαν μεταξύ τους.
Την αξιολόγηση εμείς την παλέψαμε για χρόνια και συνεχίζουμε να την θέλουμε. Όμως την θέλαμε και την θέλουμε δημοκρατική, δηλαδή να γίνει κυρίως από τα κάτω, από τους μαθητές και τους γονείς. Πριν από λίγα χρόνια θα μπορούσε να είναι μάλιστα σχετικά δημοκρατική ακόμα και αν γινόταν μόνο από τα πάνω, γιατί τότε τα κυβερνητικά κόμματα οπότε και τα διοικητικά στελέχη που θα κάναν δουλειά επιθεωρητή αξιολογητή δεν ήταν στα χέρια του σοσιαλφασισμού και του φασισμού. Αλλά τότε καμιά κυβέρνηση δεν έκανε αξιολόγηση και καμιά αντιπολίτευση δεν την επέτρεπε. Ούτε τώρα δα η διοίκηση που θα έκανε την αξιολόγηση είναι φασιστική. Αλλά σε λίγο θα είναι με την πιθανότατη άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ στην εξουσία. Έτσι, έρχεται τώρα να μπει η βάση για την αξιολόγηση και ήδη οι νόμοι γι αυτήν έχουν ήδη ψηφιστεί χωρίς η αντιπολίτευση να χαλάσει τον κόσμο. Απλά η αντιπολίτευση θέλει να κερδίσει χρόνο και θα καθυστερήσει την αξιολόγηση ωσότου έρθει η ίδια και οι αξιολογητές της στην εξουσία. Τώρα λοιπόν δεν μπορούμε παρά να δεχτούμε μόνο μια αξιολόγηση που είναι δημοκρατική, δηλαδή που γίνεται κυρίως από τα κάτω. Αλλά αυτή που μας επιβάλλεται σήμερα δεν γίνεται καθόλου από τα κάτω, γίνεται μόνο από τα πάνω. Η ΟΛΜΕ λέει πως δεν την θέλει αλλά δεν κάνει την φασαρία που έκανε κάποτε ενάντιά της και κυρίως δεν ζητάει να γίνεται από τα κάτω, όπως δεν το ζητούσε αυτό ποτέ γιατί απεχθάνεται κάθε έλεγχο από τους μαθητές και τους γονείς. Τι κάνει λοιπόν; Αφήνει το ψευτοΚΚΕ και τους μικροαστούς γραφειοκράτες της εξωκοινοβουλευτικής «αριστεράς» να κάνουν κάποιο θόρυβο ενάντια στην αξιολόγηση, ώστε αυτή να μην αρχίσει μαζικά σήμερα, αλλά επιτρέπουν να ξεκινήσει δειλά εδώ και εκεί σαν «αυτοαξιολόγηση» για να στηθεί κανονικά όταν οι φαιοκόκκινοι ηγέτες του ΣΥΡΙΖΟ-ΑΝΕΛ θα έρθουν στην εξουσία.
Αλλά και η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου δεν βάζει μπροστά την αξιολόγηση για να την πετύχει από σήμερα σαν κάτι το προοδευτικό εναντίον της διάλυσης της εκπαίδευσης, αλλά για να την κληρονομήσει στους μελλοντικούς αξιολογητές-δήμιους της ψευτοαριστεράς. Αν ήθελε αξιολόγηση τώρα θα είχε κάνει κάποιες ενέργειες για να βελτιώσει την κατάσταση στα σχολεία εκτός από την αξιολόγηση. Εννοούμε ότι θα είχε προχωρήσει σε επιμορφώσεις των εκπαιδευτικών, θα είχε κάνει συζητήσεις με τους συλλόγους των καθηγητών σε κάθε σχολείο, θα είχε ρωτήσει τους μαθητές και τους γονείς, θα είχε αλλάξει τα προγράμματα σπουδών, θα είχε εισάγει ή ενθαρρύνει νέες μέθοδες διδασκαλίας, θα είχε εισάγει το πείραμα σαν υποχρεωτική μέθοδο διδασκαλίας. Χρόνια τώρα τα σχολεία και ιδιαίτερα τα λύκεια σαπίζουν μέσα στις απαρχαιωμένες μεθόδους διδασκαλίας, μέσα στην πανταχού παρούσα παπαγαλία και μέσα στην απέραντη βαρεμάρα. Το μόνο που διασώζει από την πλήρη κατάρρευση αυτό το λύκειο είναι οι εξετάσεις, που με τον τελευταίο νόμο αποθεώνονται και ιδιαίτερα οι πανελλαδικές εξετάσεις. Όλο το γενικό λύκειο είναι σήμερα ένας μονόδρομος για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια των πιο ανθεκτικών στις πνευματικές κακουχίες παπαγάλων.
Όταν λοιπόν δεν έκανε τίποτα από όλα αυτά, τότε πως θα μπορούσε αυτό το κράτος να θεσπίσει ειλικρινά μια αξιολόγηση, υπέρ των μαθητών; Πως μπορεί να έχει ουσιαστικό νόημα η αξιολόγηση από μια κυβέρνηση που δεν νοιάζεται καθόλου για την ουσία της εκπαίδευσης αλλά μόνο να απολύει και να μειώνει μισθούς;. Δεν έχουμε καμιά ένδειξη ότι αυτό της πολιτικό σύστημα της ομόφωνης αποβιομηχάνισης και της παραγωγικής διάλυσης θέλει στην πραγματικότητα κάποια βελτίωση της εκπαίδευσης. Άλλωστε σε μια ρημαγμένη εκ των ένδον οικονομία δεν αντιστοιχεί καμιά αναπτυγμένη και σύγχρονη εκπαίδευση.
Αυτό που ενδιαφέρει ειδικά αυτή η κυβέρνηση είναι να κάνει απολύσεις για να καταστρέψει συγκεκριμένους κλάδους στο δημόσιο και δευτερευόντως να πιάσει τους στόχους των μνημονίων που έχει υπογράψει. Δεν θα μας φανεί καθόλου περίεργο αν εφαρμοζόμενη η αξιολόγηση, οι χαρακτηριζόμενοι σαν «ανεπαρκείς» έστω και σε ένα μόνο δείκτη εκπαιδευτικοί, απολυθούν με ένα νέο νόμο που θα ψηφίσουν μέσα σε μια νύχτα.
Η ΑΥΤΟΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΜΙΑΣ ΑΚΟΜΗ ΠΡΟΒΟΚΑΤΣΙΑΣ ΤΗΣ ΟΛΜΕ
Η εγκύκλιος αυτή του υπουργείου ήρθε ένα σχεδόν μήνα μετά τις αποτυχημένες απεργίες του Σεπτέμβρη που κήρυξε η ΟΛΜΕ για να εναντιωθεί δήθεν στο νόμο για το νέο λύκειο και ενώ αυτός ο νόμος είχε στο μεταξύ ψηφιστεί. Το Σεπτέμβρη η ΟΛΜΕ είχε κηρύξει τρεις συνεχόμενες πενθήμερες. Τις δύο πρώτες μέρες η συμμετοχή στην απεργία ήταν σχεδόν καθολική. Στη συνέχεια τα ποσοστά συμμετοχής έπεφταν κατακόρυφα μέρα με τη μέρα για να φτάσουν σε μονοψήφιους αριθμούς τη δεύτερη εβδομάδα. Η συνέχιση αυτής της «απεργίας» τόσο από τις ΣΥΝΕΚ (παράταξης του ΣΥΡΙΖΑ), όσο και από τις Παρεμβάσεις (όλος ο εξωκοινοβουλευτικός συρφετός) ψηφίζονταν μέσα σε τραγικά άμαζες γενικές συνελεύσεις και έριξε ακόμη παραπέρα στην απογοήτευση τον κλάδο. Αλλά το χειρότερο είναι ότι προετοίμασε το έδαφος για την νέα εγκύκλιο του Κεδίκογλου για το ξεκίνημα της αυτοαξιολόγησης.
Είχε προηγηθεί η πελώρια προβοκάτσια το Μάη, όπου η ΟΛΜΕ προτείνει απεργία στις πανελλαδικές εξετάσεις και στη συνέχεια την παίρνει πίσω. Αυτή η μεγάλη ήττα είχε σαν αποτέλεσμα την κατάργηση της μισής τεχνικής εκπαίδευσης δύο μήνες μετά και τη είσοδο σε διαθεσιμότητα 2100 περίπου καθηγητών τεχνικών ειδικοτήτων.
Η ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΟΛΜΕ ΕΙΝΑΙ ΨΕΥΤΙΚΗ
Η ΟΛΜΕ δικαιολογεί τη θέση της ενάντια στην αξιολόγηση ως εξής: «Το πλαίσιο στη συγκεκριμένη συγκυρία είναι η καταστροφική για το δημόσιο σχολείο νεοφιλελεύθερη πολιτική του μνημονίου με τραγικές επιπτώσεις σε όλες τις εκπαιδευτικές διαδικασίες. 2. Συζητάμε για τη συγκεκριμένη αυτοαξιολόγηση και αξιολόγηση και δεν βρισκόμαστε σε μια γενική φιλοσοφική θεωρητική συζήτηση του τύπου «είμαστε υπέρ ή κατά της αξιολόγησης» (τοποθέτηση των τριών συνδικαλιστών του ΣΥΡΙΖΑ στην ΟΛΜΕ). Όμως παρόλο που ποτέ δεν ισχυρίστηκε ότι μετά το 1981 επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ το κράτος ήταν αυταρχικό εν τούτοις ποτέ δεν αποδέχτηκε οποιαδήποτε μορφής αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου. Το βασικό της επιχείρημα (αντιδραστικό από πάνω μέχρι τα κάτω) ήταν ότι οι καθηγητές είναι ο κύριος παράγοντας της εκπαίδευσης οι οποίοι και έχουν μια ειδική «αξιοπρέπεια» και κατά συνέπεια δεν μπορούν να αξιολογηθούν και έτσι απέρριπτε πάντα οποιαδήποτε συζήτηση περί τούτου ή αντιδρούσε με αποτέλεσμα να μην υπάρξει ποτέ καμιά οποιασδήποτε μορφής αξιολόγηση. Έτσι μέσα στα σχολεία κυριάρχησε σιγά σιγά από τους πιο αδύναμους εκπαιδευτικά, πιο καθυστερημένους πολιτικά, και πιο ατομιστές κοινωνικά καθηγητές ένα πνεύμα αδιαφορίας για την εκπαιδευτική διαδικασία, τη γνώση και τη μάθηση και τα σχολεία λειτουργούσαν επειδή σε αυτά υπήρχαν οι εξετάσεις και κυρίως οι πανελλαδικές εξετάσεις. Τότε πράγματι μια μορφή αξιολόγησης σε αυτό που γινόταν μέσα στις σχολικές αίθουσες και με ένα πολιτικό-διοικητικό καθεστώς που δεν ήταν φασιστικό θα ήταν παράγοντας ενάντια στη διάλυση, δηλαδή θετικός. Όμως η ΟΛΜΕ χαρακτηρίζοντας πραιτωριανούς τους αξιολογητές του νόμου Αρσένη (που πρώτος επιχείρησε το 1998 να εισάγει μια μορφή αξιολόγησης) απέρριψε κάθε τέτοια διαδικασία αφήνοντας τα σχολεία να συνεχίσουν ασταμάτητα την κατηφορική διαλυτική τους πορεία.
Όμως τώρα, ενώ η Υπ.Απόφαση. αριθμ. 30972/Γ1/5.3.2013 που ορίζει την αυτοαξιολόγηση είχε ήδη δημοσιευτεί από τις αρχές του περασμένου Μάρτη και η εφαρμοστική εγκύκλιος του Κεδίκογλου πήγε στα σχολεία στα μέσα Δεκέμβρη η ΟΛΜΕ άφησε να περάσει σχεδόν ένας χρόνος για να αντιδράσει στην πρώτη περίπτωση και ένας μήνας στη δεύτερη και καθοριστική!!! Μόνο στα μέσα Γενάρη η ΟΛΜΕ τότε πρότεινε ένα ψήφισμα, που θα υπογράφουν οι σύλλογοι των καθηγητών σε κάθε σχολείο, ενώ ταυτόχρονα καλούσε τους καθηγητές να μην συμμετέχουν στις επιτροπές αυτοαξιολόγησης που βάζει η εγκύκλιος Κεδίκογλου. Η πρόταση αυτή πέρασε από γενικές συνελεύσεις που ήταν για άλλη μια φορά άμαζες και από τη γεν. συνέλευση των προέδρων που ακολούθησε.
Αν πράγματι η ΟΛΜΕ ήταν ειλικρινής και δεν ήθελε αξιολόγηση ή την τρέχουσα αυτοαξιολόγηση, δεν θα έπρεπε να αφήσει να περάσουν τόσοι μήνες, αλλά να «λιώσει τα παπούτσια της» τρέχοντας από σχολείο σε σχολείο για να ενημερώνει και να πείθει τους συναδέλφους. Όμως η ΟΛΜΕ θέλει αξιολόγηση και ιδιαίτερα την θέλει η παράταξη του ΣΥΡΙΖΑ, έτσι ώστε να την βρει έτοιμη η επόμενη κυβέρνηση του με τους ΑΝΕΛ. Αν δηλαδή σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ενάντια στην αξιολόγηση δεν είναι γιατί δεν θέλει καμιά αξιολόγηση γενικά αλλά γιατί σήμερα οι συσχετισμοί στο σώμα των αξιολογητών είναι τέτοιοι που δεν μπορεί να τους ελέγξει. Οι σχολικοί σύμβουλοι που είναι το κύριο σώμα των αξιολογητών ανήκουν κυρίως στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ και σε πολύ μικρό ποσοστό στο ΣΥΡΙΖΑ. Την επαύριον που ο ΣΥΡΙΖΑ θα βρίσκεται στην εξουσία είμαστε σίγουροι ότι θα κάνει αξιολόγηση. Είμαστε μάλιστα της άποψης ότι η αξιολόγηση από τους δήθεν δημοκράτες του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι πολύ πιο σκληρή από οποιαδήποτε σημερινή αξιολόγηση των μισοδημοκρατών ή καμιά φορά και δημοκρατικών σχολικών συμβούλων των ΝΔ-ΠΑΣΟΚ. Και είναι χαρακτηριστικό ότι η Πανελλήνια Ένωση Σχολικών Συμβούλων είχε εκφράσει την αντίθεσή της στη επιχειρούμενη σήμερα αυτοαξιολόγηση-αξιολόγηση των σχολικών μονάδων. Σε ανακοίνωσή τους γράφουν: «Το ΔΣ της ΠΕΣΣ εκτιμά ότι, όσο η αξιολόγηση συνδέεται με ποσοστώσεις του Ν.4024/2011 οι οποίες οδηγούν σε μισθολογικές καθηλώσεις και παραμένει αποσυνδεδεμένη από την επιμόρφωση, δεν μπορεί να επιτελέσει τον διαμορφωτικό της ρόλο της (…) ». (http://www.pess.gr/nea/anakoinwseis-ds/186-anakoinosi-pd-152-2013.html).
Πιστεύουμε ότι η ΟΛΜΕ ανοίγει το δρόμο στο υπουργείο παιδείας να εφαρμόσει τη γραμμή της χωρίς η ίδια να εκτίθεται. Το Μάη με αυτή την επαίσχυντη αναδίπλωση η ΟΛΜΕ άνοιξε το δρόμο στο υπουργείο να εφαρμόσει κατά το μισό τη γραμμή του 12χρονου ενιαίου γενικού λυκείου που είναι η πάγια γραμμή της εδώ και χρόνια. Παρόλο που χρόνια τώρα αυτό είναι πάντα στα αιτήματα της πάλης της ΟΛΜΕ , τώρα μόνο που έχει χτυπηθεί κάθε δημοκρατική ή μισοδημοκρατική φιλοευρωπαϊκή φράξια της αστικής τάξης είναι δυνατόν να περάσει αυτή η γραμμή. Τώρα μόνο, όπου η εξουσία της ψευτοαριστεράς είναι κοντά το υπουργείο ενεργοποιεί τους νόμους της αξιολόγησης για να τους βρει έτοιμους ο ΣΥΡΙΖΑ για να εξοντώσει κάθε δημοκρατική και προοδευτική φωνή στην εκπαίδευση χωρίς να τους χρεωθεί. Γι αυτό η ψευτοαριστερά και δεν προτείνει κανένα μέτρο δημοκρατικής αξιολόγησης.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΥΡΙΑ ΑΠΟ ΤΑ ΚΑΤΩ
Για τους αριστερούς και δημοκράτες καθηγητές το πρόβλημα της τρομοκρατίας, της υποταγής και του χαφιεδισμού μέσα από την αξιολόγηση πραγματικά υπάρχει και αυτά είναι στον ένα ή στον άλλο βαθμό συμπτώματα του κάθε αστικού αξιολογικού ελέγχου. Αλλά η έκταση και η ποιότητα του προβλήματος αυτού κρίνεται από την συγκεκριμένη έκβαση δύο μετώπων της γενικής ταξικής πάλης. Το ένα είναι ποιο τμήμα της αστικής τάξης θα έχει το πάνω χέρι σε αυτόν τον έλεγχο και το δεύτερο τι είδους έλεγχο θα ασκήσει ο λαός πάνω στους ελεγκτές.
Πιστεύουμε ότι στις σημερινές συνθήκες, όπως γράψαμε και παραπάνω, δεν μπορούνε να δεχτούμε καμιά αξιολόγηση από αυτό το συγκεκριμένο πολιτικό μπλοκ διακυβέρνησης, δηλαδή το σημερινό στην στρατηγική του ενωμένο αντιδημοκρατικό, αντιευρωπαϊκό και φιλορώσικο μπλοκ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Μπορούμε όμως και πρέπει να προβάλουμε μια άλλη γραμμή. Αυτήν της δημοκρατικής αξιολόγησης κυρίως από τα κάτω. Δηλαδή κυρίως από τους γονιούς και από τους μαθητές. Αυτό είναι δυνατόν ακόμα και στα πλαίσια του αστικού σχολείου και σήμερα γίνεται σε μερικές δημοκρατικές χώρες, όπως πχ στη Φινλανδία. Τους γονείς η ΟΛΜΕ για χρόνια τώρα τους έχει απομακρύνει από τα σχολεία και τους θυμάται-μαζί με τους μαθητές-μόνον όταν τους θέλει συμμάχους για την ικανοποίηση των αντιδραστικών της αιτημάτων. Αλλά και τότε δεν κάνει κανένα πραγματικό κίνημα γονιών ή μαθητών παρά μόνο κινείται σε επίπεδο διοικητικών συμβουλίων των συλλόγων που τα ελέγχει.
Λίγοι πια συνάδελφοι εμπιστεύονται την ΟΛΜΕ και την καταστροφική γραμμή της και ακόμη λιγότεροι την ακολουθούν. Είναι πια καιρός για μια άλλη πορεία. Δύσκολη μεν, αναγκαία δε.