Ένας τέτοιος σχεδιασμός είναι καταρχάς θετικός (μιλώντας πάντα σε ευρωπαϊκό επίπεδο), αφού: «Η αυξημένη δραστηριότητα στις ευρωπαϊκές θάλασσες οδηγεί σε ανταγωνισμό μεταξύ συμφερόντων διάφορων τομέων, όπως αυτών της ναυτιλίας και των θαλάσσιων μεταφορών, της ενέργειας στην ανοικτή θάλασσα, της ανάπτυξης λιμένων, της αλιείας και υδατοκαλλιέργειας και των παρεπόμενων περιβαλλοντικών προβλημάτων. Η κλιματική αλλαγή, και ιδιαίτερα η άνοδος της θαλάσσιας στάθμης, η όξινη βροχή, η άνοδος της θερμοκρασίας των υδάτων και η αύξηση της συχνότητας των ακραίων καιρικών φαινομένων είναι πιθανόν να μετατοπίσουν τις οικονομικές δραστηριότητες σε άλλες θαλάσσιες περιοχές και να προκαλέσουν αλλοίωση στα θαλάσσια οικοσυστήματα. Ο ΘΧΣ μπορεί να συμβάλει σημαντικά στον περιορισμό των συνεπειών, προωθώντας την αποτελεσματική χρήση του θαλάσσιου χώρου και των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας, ενώ μπορεί να συντελέσει και σε μία οικονομικά αποδοτική προσαρμογή στα νέα δεδομένα που δημιουργεί η κλιματική αλλαγή στις θαλάσσιες περιοχές και στα παράκτια ύδατα» (από το βιβλίο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός στην Ελλάδα και την Κύπρο, Πανεπιστήμιο Αιγαίου 2023). Επίσης θετικό είναι και το ότι, για τη διασφάλιση της συνοχής των σχεδίων στα διάφορα οικοσυστήματα, είναι αναγκαία η διασυνοριακή συνεργασία και διαβούλευση, καθώς και το ότι «στον ΘΧΣ πρέπει να ενσωματώνεται ένας μηχανισμός διαφανούς τακτικής παρακολούθησης και αξιολόγησης» (στο ίδιο) και πρέπει να υπάρχει συνοχή με τον αντίστοιχο Χερσαίο Χωροταξικό Σχεδιασμό (ΧΧΣ).
Με λίγα λόγια, όπως στον ΧΧΣ μιας χώρας πρέπει να περιγράφονται με ακρίβεια οι συγκεκριμένες χρήσεις γης, όπως ποια περιοχή είναι οικιστική, πού θα υπάρχει βιομηχανική ζώνη, ποια γη θα χρησιμοποιείται ως αγροτική ή κτηνοτροφική κτλ., κάτι παρόμοιο πρέπει να γίνει και στις θάλασσες: πού μπορεί κανείς να ψαρεύει, πού επιτρέπεται να εγκατασταθούν ιχθυοτροφεία, πού θα επιτρέπονται παράκτιες τουριστικές χρήσεις, πού θα επιτρέπεται να γίνουν εξορύξεις υδρογονανθράκων, πού θα γίνουν λιμάνια και ναυπηγεία, πού θα εγκατασταθούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (π.χ. ανεμογεννήτριες και πλωτά φωτοβολταϊκά), θαλάσσιες μεταφορές φορτίου και επιβατών, από πού θα περνούν τα υποθαλάσσια καλώδια επικοινωνιών και ρεύματος, η προστασία της βιοποικιλότητας και της ενάλιας αρχαιολογικής και πολιτιστικής κληρονομιάς, ποιες περιοχές θα πρέπει να μείνουν ανέγγιχτες κτλ. Γενικά, ο ΘΧΣ αφορά τις δραστηριότη-τες (α) στο θαλάσσιο βυθό, (β) στη στήλη ύδατος, (γ) στην επιφάνεια της θάλασσας.
Όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς, η γκάμα είναι τεράστια και ένα παράκτιο κράτος, αν εκμεταλλευτεί σωστά το ΘΧΣ, μπορεί να βοηθήσει σημαντικά την οικονομική του ανάπτυξη.
Γιατί άργησε η Ελλάδα να προχωρήσει στην περάτωση του ΘΧΣ;
Με βάση την Οδηγία 2014/89/ΕΕ η Ελλάδα έπρεπε να καταθέσει το Σχεδιασμό το αργότερο μέχρι τις 31 Μαρτίου 2021, δηλαδή τέσσερα ολόκληρα χρόνια πριν από την ημερομηνία που το έκανε. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε αποστείλει προειδοποιητική επιστολή το Δεκέμβριο του 2021 στην Ελλάδα και στη συνέχεια αιτιολογημένη γνώμη τον Απρίλιο του 2023, δίνοντας περιθώριο αντίδρασης δύο μηνών. Η μη συμμόρφωση όμως της Ελλάδας οδήγησε σε καταδίκη της από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στις 27 Φεβρουαρίου 2025.
Η κυβέρνηση άφησε να φανεί ότι δημοσίευσε το χάρτη επειδή βγήκε η καταδικαστική απόφαση. Όμως έχει συμβεί αρκετές φορές η Ελλάδα σαν κράτος (και όχι μόνο η Ελλάδα), να μην συμμορφώνεται σε τέτοιες πρώτες δικαστικές αποφάσεις και να περιμένει να έρθει μετά από χρόνια και δεύτερη καταδίκη που θα συνοδεύεται από πρόστιμα και πάλι να μην συμμορφώνεται ώστε να κερδίζει χρόνο όταν θέλει να αποτρέψει κάτι δυσμενές για αυτήν. Πιστεύουμε λοιπόν ότι ο χάρτης αυτός, αν και από τυπική άποψη έρχεται εξαιρετικά καθυστερημένα, πολιτικά έρχεται ακριβώς τη στιγμή που ήθελε το ελληνικό κράτος να έρθει, γιατί συμπίπτει με την προσπάθεια που γίνεται το τελευταίο διάστημα από τις χώρες της ΕΕ και την Αγγλία να φέρουν πιο κοντά τους την Τουρκία. Και χρειάστηκαν την Τουρκία για να αντιμετωπίσουν την άμεση και θανάσιμη απειλή που αισθάνθηκαν από τη νεοχιτλερική Ρωσία μόλις αυτή κέρδισε σαν σύμμαχό της την προεδρία των ΗΠΑ. Έτσι ο χάρτης έρχεται ταυτόχρονα α) με την ξαφνική αναβίωση από την κυβέρνηση της ως πρόσφατα εγκαταλελειμμένης και από την Ελλάδα και από την Κύπρο συμφωνίας να τοποθετηθεί το ηλεκτρικό καλώδιο σύνδεσης των δύο χωρών· και β) με τα νέα μέτρα εντατικοποίησης των εξοπλισμών και αύξησης της στρατολόγησης εφέδρων από την κυβέρνηση, και μάλιστα από τον ρωσόδουλο καραμανλικό υπουργό Άμυνας Δένδια. Όλα αυτά έχουν τον ίδιο κοινό στόχο: να υπονομευτεί η προσέγγιση, και ειδικά η αμυντική ενότητα, της Ευρώπης με την Τουρκία.
Το διπλό παιχνίδι της ελληνικής διπλωματίας που εμφανίζεται σαν «συνεπής πάλη ενάντια στον αναθεωρητισμό»
Μόνο που εδώ υπάρχει ο εξής περιορισμός για την ελληνική διπλωματία: αυτή η υπονόμευση δεν πρέπει να γίνει αντιληπτή σαν τέτοια από την Ευρώπη, γιατί αυτό θα έφερνε την πολιτική απομόνωση της Ελλάδας, καθώς θα την αποκάλυπτε σαν παράγοντα διάσπασης του κοινού ευρωπαϊκού αμυντικού αντιρωσικού μετώπου, το οποίο η πλειοψηφία των χωρών της Ευρώπης βλέπει πια σαν ζήτημα ζωής και θανάτου. Έτσι, ο Μητσοτάκης ακολουθεί την εξής τακτική: από τη μια, με τον υποτίθεται φιλοευρωπαίο, και φιλειρηνικό απέναντι στην Τουρκία ΥΠΕΞ Γεραπετρίτη κρατάει τα «ήρεμα νερά» στο Αιγαίο, και γιʼ αυτό αναβάλλει την εγκατάσταση του καλωδίου. Από την άλλη, έχοντας υπουργό άμυνας τον τουρκοφάγο ΥΠΕΘΑ Δένδια δείχνει στην ΕΕ ότι μια ισχυρή πτέρυγα της κυβέρνησής του διαφωνεί με μια ευρωτουρκική προσέγγιση. Και για να αποτυπωθεί ακόμα πιο παραστατικά αυτή η διαφωνία, η κυβέρνηση βγάζει τον χωροταξικό χάρτη. Στην πραγματικότητα ο διπρόσωπος Μητσοτάκης λέει το εξής στην Ευρώπη: «Εγώ είμαι ο δικός σας, ο φίλος σας, ο δυτικός φιλελεύθερος, ο φιλοουκρανός, και σας κάνω στην πράξη την ειρήνη με την Τουρκία που θέλετε. Μην το παρακάνετε όμως με την προσέγγισή σας με αυτήν, γιατί έτσι κάνετε ευάλωτη την πολύτιμη για σας πρωθυπουργία μου μπροστά στο συντριπτικά πλειοψηφικό αντιτούρκικο αλλά και ρωσόφιλο ρεύμα στη χώρα, το οποίο εκπροσωπεί ο γιʼ αυτό το λόγο δημοφιλής υπουργός Εξωτερικών μου».
Αυτή η διπρόσωπη πολιτική γίνεται αποδεκτή, αν και με κάποια δυσφορία, στην Ευρώπη, επειδή πατάει στην ανοιχτά διφορούμενη στάση της ίδιας της Τουρκίας απέναντι στη Ρωσία. Γιατί η τουρκική ηγεσία έχει μια πραγματικά ενδιάμεση γραμμή σε σχέση με τη Ρωσία και μάλιστα όλο και πιο φιλική προς αυτήν. Όμως αυτή η στάση έχει το εξής καλό μέσα στο αρνητικό της, ότι δεν κρύβει αυτήν την ενδιαμεσότητα, την ταλάντευση και τον καιροσκοπισμό της. Αντίθετα η ελληνική ηγεσία παριστάνει ότι είναι αταλάντευτα με την Ευρώπη, ενώ παίζει με μακιαβελισμό και καταμερισμό ρόλων το ρώσικο διασπαστικό παιχνίδι. Έτσι όταν για δεκαετίες η τούρκικη ηγεσία, ιδιαίτερα στα πρώτα χρόνια του Ερντογάν προσπαθούσε να δεθεί στα αλήθεια με την Ευρώπη, ήταν η Ελλάδα που έκανε τα πάντα για να σπάσει αυτούς τους δεσμούς και να τη σπρώξει στην αγκαλιά του Πούτιν. Ήταν μάλιστα οι πουτινικοί της Τουρκίας που έστησαν το οικοδόμημα της Γαλάζιας Πατρίδας, αλλά πάντα σαν απάντηση στον ελληνικό σοβινισμό, που ιστορικά ήταν αυτός που μετά τα 1950 όξυνε πρώτος τις σχέσεις με την Τουρκία αρχικά στην Κύπρο με την πολιτική της Ένωσης και μετά, κυρίως επί του ρωσόδουλου Α. Παπανδρέου στο Αιγαίο. Σε στρατηγικό επίπεδο αυτή η προβοκατόρικη και εμπρηστική ελληνική εξωτερική πολιτική, μαζί με την επίσης προβοκατόρικη και φιλοδυτική στη μορφή της πολιτική του ρωσόδουλου ΡΚΚ έχει δώσει σπουδαία αρνητικά αποτελέσματα. Αυτό το δείχνει σήμερα η συνεργασία της Τουρκίας με τη Ρωσία στη μοιρασιά επικυριαρχίας κυρίως στη Συρία και δευτερευόντως στη Λιβύη, στην αντι-ισραηλινή και μάλιστα από ανοιχτά φιλοΧαμάς θέσεις πολιτική της, στον αυταρχικό της κατήφορο στο εσωτερικό, ιδιαίτερα με τη φυλάκιση του Ιμάμογλου. Ωστόσο πέρα από το ότι η Τουρκία έχει μια ιστορικά αρκετά ανεξάρτητη αστική τάξη και δεν συνηθίζει όπως η ελληνική να υποδουλώνεται σε έναν ιμπεριαλισμό για να πετύχει επεκτατικούς σκοπούς, επιδιώκει περισσότερο να αυξήσει τους οικονομικούς και πολιτικούς της δεσμούς της με την Ευρώπη παρά με τη Ρωσία ή την Κίνα. Έτσι έχει κλείσει από την πρώτη στιγμή της ρωσικής εισβολής τα Στενά στο ρωσικό στόλο, καθαρά και με σταθερότητα ψηφίζει στον ΟΗΕ -κόντρα σε όλες τις μουσουλμανικές χώρες (πλην Μαρόκου και Τυνησίας)- κατά της Ρωσίας και υπέρ της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας, και εξοπλίζει την Ουκρανία σημαντικά. Ακόμα σε βαθύτερο οικονομικό επίπεδο η ανεπτυγμένη της βιομηχανία έχει τους πιο ισχυρούς δεσμούς της με την Ευρώπη παρά την ενεργειακή της εξάρτηση από τη Ρωσία. Τελικά και η κοινή γνώμη είναι κατά τα 2/3 κατά της Ρωσίας. Αυτά τα στοιχεία συγκροτούν μια ισχυρή πλευρά που κάνει τη συνεργασία με την Τουρκία πολύ χρήσιμη προς το παρόν για την Ευρώπη.
Δεν μπορεί κανείς να εγγυηθεί το τι θα κάνει αύριο μια τέτοια ενδιάμεση και ταλαντευόμενη δύναμη, αλλά για όσο διάστημα και σε όσο βαθμό θα είναι διατεθειμένη να συνεργάζεται με την Ευρώπη ενάντια στον κύριο εχθρό της δεύτερης, πρέπει κάθε χώρα της ΕΕ να θέλει αυτή τη συνεργασία. Άλλωστε αυτή η συνεργασία φέρνει -σε επίπεδο κοινής γνώμης- την Τουρκία πιο μακριά και όχι πιο κοντά στη Ρωσία. Ειδικά η όλο και πιο ισχυρή πολεμική βιομηχανία της Τουρκίας θα μπορούσε, κάτω από τις κατάλληλες πολιτικές προϋποθέσεις, να αποτελέσει στήριγμα της σχετικής ανεξαρτησίας της απέναντι στον ασφυκτικό ρώσικο ενεργειακό εναγκαλισμό. Φυσικά η Ρωσία «παίζει» χοντρά με την Τουρκία και κάνει ό,τι μπορεί για να της βγάλει ό,τι άρρωστο και αντιδυτικό μπορεί. Η αχίλλεια φτέρνα της Τουρκίας, ο μεγαλύτερος κίνδυνος εξαχρείωσης και στρατηγικής εξάρτησης της βρίσκεται στη Συρία και στη δηλητηριώδη συμμαχία της με την πολιτικά ευέλικτη όσο και τερατώδη ρωσόδουλη κλικα Γκολανί.
Η Ελλάδα δεν θέλει τη συνεργασία της Ευρώπης με την Τουρκία, και αυτό το λέει όλη την ώρα στον ελληνικό λαό όχι μόνο με τους διεθνολόγους και τους «τουρκολόγους» της, αλλά και με τους θεωρούμενους ως φιλοευρωπαίους της, τους ΕΛΙΑΜΕΠ της και τις Διαμαντοπούλου της. Το βασικό επιχείρημα όλων αυτών είναι ότι, από την ώρα που η ΕΕ έχει εχθρό τη Ρωσία επειδή αυτή είναι αναθεωρητική δύναμη, δεν μπορεί να έχει σύμμαχο μια χώρα που είναι επίσης αναθεωρητική, όπως είναι η Τουρκία στην Κύπρο, ενώ απειλεί και την Ελλάδα με το casusbelli.
Η απάντηση μας είναι η εξής: α) Ό,τι ο αναθεωρητισμός της Τουρκίας δεν συγκρίνεται ούτε σε ποσότητα ούτε σε ποιότητα με τον αναθεωρητισμό της Ρωσίας. Δηλαδή είναι άλλης ποιότητας και όχι μόνο ποσότητας ο ιστορικά πανίσχυρος και επίσης παγκόσμιος και μάλιστα χιτλερικού τύπου ιμπεριαλιστικός χαρακτήρας του ρώσικου επεκτατισμού, σε σχέση με τον τοπικό εθνοσοβινιστικό και όψιμο επεκτατισμό της Τουρκίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Τουρκία ποτέ δεν αρνήθηκε την ύπαρξη του ελληνοκυπριακού έθνους και κράτους, όπως αρνήθηκε η Ρωσία του ουκρανικού έθνους και κράτους, και δεν έχει τολμήσει να προσαρτήσει το βόρειο κομμάτι του νησιού στο οποίο έχει εισβάλλει. β) Αν η Ελλάδα ήθελε πραγματικά να φράξει το δρόμο στον τουρκικό τοπικό επεκτατισμό, θα πρωτοστατούσε στο να χτυπάει τη Ρωσία. Γιατί αυτή είναι το παγκόσμιο κέντρο κάθε αναθεωρητισμού, οπότε και του τουρκικού. Αλλά η ελληνική διπλωματία κάνει το αντίθετο. Χτυπάει όσο μπορεί περισσότερο την Τουρκία και όσο μπορεί λιγότερο τη Ρωσία γιατί τάχα η Τουρκία είναι η μεγαλύτερή της απειλή και η Ρωσία είναι από μια μικρή απειλή έως μία φίλη χώρα που απλά έκανε ένα σοβαρό λάθος. Αν δεν ήταν φιλορώσικη διακομματικά η ελληνική αστική τάξη θα αποκάλυπτε στον ελληνικό λαό και δεν θα έκρυβε πως είναι η Ρωσία, και όχι οι ΗΠΑ, που ανοιχτά ενθάρρυνε την τούρκικη στρατιωτική επέμβαση-εισβολή στην Κύπρο στα 1974 και, ότι είναι πρόσφατα μέσω των τούρκων ευρασιατιστών, που η Ρωσία προώθησε την ιδέα της «Γαλάζιας Πατρίδας» στο Αιγαίο. Επίσης θα αποκάλυπτε ότι είναι η Ρωσία που ενθάρρυνε την Τουρκία να επέμβει στη Συρία σαν επιδιαιτητής μεταξύ αυτής και του ΡΚΚ, ή μεταξύ αυτών και του Ιράν (Αστάνα). γ) Θα έπρεπε λοιπόν να είναι η Ελλάδα που θα πρωτοστατούσε στο να συμμετέχει η Τουρκία στο «Συνασπισμό των Εθελοντών»* ενάντια στον παγκόσμιο ηγέτη κάθε αναθεωρητισμού και επεκτατισμού που είναι η Ρωσία και δεν θα κατηγορούσε την ΕΕ για ασυνέπεια επειδή το κάνει. Κάτι τέτοιο βέβαια θα σήμαινε ότι η Ελλάδα θα προσπαθούσε να λύσει στην ουσία και σε βάθος και όχι προσωρινά και επιφανειακά, δηλαδή υποκριτικά και για τα μάτια της ΕΕ όλες τις διαφορές με την Τουρκία. Αυτό θα το έκανε και στα ελληνοτουρκικά και στο Κυπριακό και όχι από τη μια να παγώνει τις ελληνοτουρκικές διαφορές αφήνοντάς τες ανεπίλυτες και από την άλλη να τις φουντώνει προπαγανδιστικά στη συνείδηση του ελληνικού λαού.
Τα «μυστικά» του χάρτη
Έτσι ο Μητσοτάκης, παρουσιάζοντας επίσημα για πρώτη φορά και στην κατάλληλη στιγμή διογκωμένα στο έπακρο τα όρια της ελληνικής ΑΟΖ, προσπάθησε να οξύνει τις ελληνοτουρκικές αντιθέσεις, αλλά χωρίς να πάρει εκείνος την ευθύνη. Δηλαδή βρήκε τον πιο εύσχημο τρόπο, να εμπλέξει σε αυτές για μια ακόμη φορά την Ευρωπαϊκή Ένωση, μιας και αυτή απαιτούσε το χάρτη.
Από πού φαίνεται ότι τα όρια αυτά είναι άκρως διογκωμένα; Καταρχάς αυτό το δέχεται το ίδιο το ελληνικό ΥΠΕΞ. Στο κείμενο «Ερωτήσεις και απαντήσεις από το υπουργείο Εξωτερικών», στο πρώτο ερώτημα «Γιατί είναι σημαντική κίνηση η κατάρτιση και η εξειδίκευση και αποτύπωση σε χάρτη του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού (ΘΧΣ);», το ΥΠΕΞ απαντάει: «Είναι η πρώτη φορά που αποτυπώνονται σε επίσημο ρυθμιστικό κείμενο της Ε.Ε. τα απώτατα δυνητικά όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας (δηλαδή πλήρης επήρεια της ηπειρωτικής χώρας και των νησιών σε θαλάσσιες ζώνες)».
Εκφράζει όμως ο χάρτης στʼ αλήθεια «πλήρη επήρεια της ηπειρωτικής χώρας και των νησιών σε θαλάσσιες ζώνες»;
Και ναι και όχι! Πού όμως εντοπίζεται το ναι και πού το όχι; Εκφράζει πλήρη επήρεια μόνο ανατολικά απέναντι στην Τουρκία, αλλά όχι δυτικά απέναντι στην Ιταλία και όχι νότια απέναντι στην Αίγυπτο. Αυτή είναι η αποκάλυψη της δίχως αρχές ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, που άμεσο στόχο έχει να υπονομεύει τις ειρηνικές ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Συγκεκριμένα, ο χάρτης που συνοδεύει τον ελληνικό ΘΧΣ τον διαιρεί σε τέσσερις χωρικές ενότητες (ΧΕ). Στην τέταρτη ΧΕ, που περιλαμβάνει το Ιόνιο πέλαγος από βόρεια της Κέρκυρας μέχρι το ακρωτήρι Ταίναρο στην Πελοπόννησο, απεικονίζεται η οριοθετημένη το 2020 ΑΟΖ με την Ιταλία (βλ. το γραμμοσκιασμένο τμήμα). Για να οριοθετηθεί αυτή η ΑΟΖ, η Ελλάδα είχε δεχθεί, ως γνωστόν, ορισμένα ελληνικά νησιά στην περιοχή εκείνη να μην έχουν πλήρη, αλλά μειωμένη επήρεια (αυτό είναι το πρώτο «όχι» -βλ. σχετικά και το άρθρο του Βασίλη Νέδου στην Καθημερινή της 17-4-2025 «“Όπλο” ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός»).
Η πρώτη ΧΕ περιλαμβάνει ολόκληρο το βόρειο Αιγαίο, υιοθετώντας τη μέση γραμμή, αλλά μόνο ανάμεσα στα ελληνικά νησιά και στα τουρκικά παράλια. Αυτό στέκει γενικά, αλλά μόνο σε ό,τι αφορά το κεντρικό και νότιο Αιγαίο και όχι το Βόρειο, όπου υπάρχουν κάποιες περιοχές στις οποίες η Τουρκία δικαιούται ΑΟΖ. (δες επίσης σχετικά άρθρα Νέας Ανατολής https://www.oakke.gr/global/2013-02-16-19-26-19/item/1243- , και από το αρχείο της Ν. Ανατολής, φ. 40, 3/4/1987, σελ. 3 «Πως τοποθετιέται η ΟΑΚΚΕ στο ζήτημα της υφαλοκρηπίδας -https://www.oakke.gr/links_oldna.htm ).
Εδώ δηλαδή η ελληνική «δυνητική» (άλλη, πάλι, ελληνική επινόηση) ΑΟΖ παίρνει αυθαίρετα όχι μόνο τη μερίδα του λέοντος, αλλά και αυτά τα κοκαλάκια ακόμη.
Η τρίτη ΧΕ περιλαμβάνει το θαλάσσιο χώρο γύρω από την Κρήτη, καταλήγοντας στα νότια στο Λιβυκό πέλαγος, και συγκεκριμένα στη μέση γραμμή με τη λιβυκή ΑΟΖ, σύμφωνα με το νόμο Μανιάτη (4001/2011). Και εδώ το ελληνικό κράτος προβάλλει χοντρικά αυτό που δικαιούται, γιατί πραγματικά αυτό που εδώ διεκδικεί σαν ΑΟΖ η Τουρκία με τη μορφή του τουρκολυβικού συμφώνου είναι πέρα για πέρα αστήρικτο και παράνομο, αν και πατάει, όπως εξηγούμε παρακάτω, στην αντίστοιχη -ακόμα πιο αστήρικτη και παράνομη- ελληνική θέση για την ΑΟΖ στο Καστελλόριζο.
Η δεύτερη ΧΕ περιλαμβάνει το νότιο Αιγαίο, τα Δωδεκάνησα, καθώς και μια τεράστια θαλάσσια περιοχή νότια του Καστελλόριζου. Εδώ παρατηρούμε δύο σκανδαλώδεις «ρυθμίσεις». Η πρώτη είναι ότι ανάμεσα στα ανατολικά όρια της τρίτης ΧΕ και στα δυτικά όρια της δεύτερης απεικονίζεται (πρόκειται για το γραμμοσκιασμένο τμήμα) η «τμηματική» (κι άλλος ελληνικός νεολογισμός) ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία του Αυγούστου του 2020. Μόνο που εδώ, προκειμένου να «γλυκαθεί» η αιγυπτιακή κυβέρνηση και να συναινέσει στον καθορισμό ΑΟΖ με την ελληνική**, το ελληνικό κράτος αναγνωρίζει πάλι μειωμένη επήρεια της ελληνικής ΑΟΖ έναντι της αιγυπτιακής (αυτό είναι το δεύτερο «όχι»). Συγκεκριμένα, «επί χάρτουη πλέον διακριτή διαφοροποίηση από τααπώτατα εξωτερικά όρια που προβλέφθηκαν με το νόμο Μανιάτη είναι εκείνη που αφορά την τμηματική οριοθέτηση ΑΟΖ Ελλάδας και Αιγύπτου, με βάση την οποία η νησίδα Χρυσή νότια της Κρήτης, η Κάσος, η Κάρπαθος και η μισή Ρόδος εμφανίζονται να έχουν περιορισμένη επήρεια σε σχέση με την ηπειρωτική ακτή της μεγάλης βορειοαφρικανικής χώρας» (στο ίδιο άρθρο). Αυτή είναι η μία σκανδαλώδης «ρύθμιση» που δείχνει τα δύο μέτρα και δύο σταθμά με τα οποία αντιμετωπίζεται η Τουρκία σε σχέση με τις άλλες «φιλικές» χώρες.
Το μεγάλο όμως σκάνδαλο, εκεί που μόνιμα επιδιώκεται να προκληθεί η τουρκική πλευρά, ώστε να δηλητηριαστούν οι ελληνοτουρκικές και οι ευρωτουρκικές σχέσεις, διαπράττεται στη «δυνητική» ΑΟΖ του Καστελλόριζου. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, καθώς και όλα τα ελληνικά πολιτικά κόμματα, θέλουν εδώ και χρόνια να υποχρεώσουν την Ευρώπη να δεχτεί ότι είναι δίκαιο η Ελλάδα, επειδή έχει μπροστά στις τουρκικές ηπειρωτικές ακτές ένα μικρό νησί των 9 τετραγωνικών χιλιομέτρων και των 600 κατοίκων, καθώς και μερικά άλλα νησιά που είναι ακατοίκητα, να πάρει όλη την ΑΟΖ της περιοχής, ενώ η Τουρκία, με τις τεράστιες ηπειρωτικές ακτές και τα εκατομμύρια κατοίκους, να μην πάρει σχεδόν τίποτε!!! Και αυτό το βαφτίζουν εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας... Δε χρειάζεται παρά να ανατρέξει κανείς στις αποφάσεις του Διεθνούς Διαιτητικού Δικαστηρίου της Χάγης τις σχετικές α) με την υφαλοκρηπίδα της Βόρειας Θάλασσας (Φλεβάρης 1969)· β) με τη διαμάχη Γαλλίας-Αγγλίας για τα γαλλονορμανδικά νησιά (Ιούνης 1977)· γ) με τη διαμάχη Νικαράγουας-Κολομβίας (Ιούλης 2023), στις οποίες ουδόλως δίνεται πλήρης επήρεια σε νησιά της άλφα χώρας που βρίσκονται μπροστά στις ηπειρωτικές ακτές της βήτα χώρας, ούτε και καθορίζεται η μέση γραμμή ως ο απόλυτος κανόνας οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών.
Τι παρατηρούμε δηλαδή; Ότι στην περίπτωση της Ιταλίας και της Αιγύπτου κάναμε παραχωρήσεις στην ΑΟΖ υπέρ αυτών των δύο κρατών, ενώ στην περίπτωση της Τουρκίας τα θέλουμε όλα δικά μας.
Δείτε επίσης εδώ σύγκριση χαρτών με την ελληνική και με την τουρκική θέση όπως δημοσιεύεται στην Καθημερινή https://www.kathimerini.gr/visual/infographics/563568421/thalassios-chorotaxikos-schediasmos-chartis-minyma-gia-tin-toyrkia/
Η ελληνική πρόκληση στο συγκεκριμένο ζήτημα είναι επίτηδες τόσο χτυπητή, ώστε να προκαλεί την διαρκή οργή της τουρκικής κοινής γνώμης. Αλλά σε κάθε περίπτωση η ελληνική πλευρά ζητάει την αλληλλεγγύη της ΕΕ, αφού «τα σύνορα της Ελλάδας είναι σύνορα της ΕΕ», και η ΕΕ απομονώνει για άλλη μια φορά την Τουρκία, στέλνοντάς τη όλο και πιο βαθιά στα νύχια της Ρωσίας, στο φασισμό και στον επεκτατισμό. Στόχος επετεύχθη!
Γιʼ αυτό κάθε ελληνική κυβέρνηση θέλει να εμπλέξει κι άλλες ευρωπαϊκές χώρες στην πολιτική της. Πρόσφατο παράδειγμα η Γαλλία, η οποία, με επιπλέον δέλεαρ την αγορά από την Ελλάδα τέταρτης φρεγάτας Μπελαρά και πυραύλων Εξοσέτ, έστειλε στην περιοχή και στο Φάληρο το αεροπλανοφόρο Ντε Γκολ για φόβητρο (12 Απριλίου).
Εδώ εντάσσεται και η περίπτωση της περιβόητης πόντισης καλωδίου ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου. Εδώ το καθεστώς που σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής διοικεί διακομματικά τη χώρα μας, έχει εμπλέξει επί μιάμιση δεκαετία και το Ισραήλ. Σήμερα ακόμα πιο εύκολα το κάνει αυτό με την ακροδεξιά συμμαχία Νετανιάχου-Τραμπ. Αυτή η συμμαχία ενοχοποιεί το Ισραήλ ταυτίζοντας το με τις πολιτικές φασιστικοποίησης της Ευρώπης και των ΗΠΑ, και δίνει έτσι πελώρια στρατηγική ώθηση στους γενοκτόνους αντισημίτες του ρωσοκινεζικού Άξονα.
Η ελληνική διπλωματία ισχυρίζεται ότι, εφόσον τάχα η κυπριακή και η («δυνητική») ελληνική ΑΟΖ εφάπτονται, δεν πέφτει κανένας λόγος στην Τουρκία να αντιδρά. Στην περίπτωση όμως αυτή η Τουρκία έχει δίκιο να αντιδρά, αφού η διαδρομή του καλωδίου σκοντάφτει αντικειμενικά πάνω στην ΑΟΖ της Τουρκίας στην ανατολική Μεσόγειο. Βέβαια σήμερα ούτε αυτό που διεκδικεί η Τουρκία εδράζεται όλο στους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, καθώς ένα μεγάλο κομμάτι της ΑΟΖ που διεκδικεί στηρίζεται στην άδικη και επεκτατική λογική της «Γαλάζιας Πατρίδας». Στην περίπτωση όμως του Καστελλόριζου η Τουρκία έχει το Διεθνές Δίκαιο με το μέρος της. Δηλαδή είναι αδύνατο να περάσει ένα καλώδιο που να ενώνει την Κύπρο με την Ελλάδα, που θα παρακάμπτει εντελώς την ΑΟΖ της Τουρκίας, εκτός αν η χάραξη επιμηκύνει ασύμφορα την πορεία του καλωδίου περνώντας το μέσα από την υφαλοκρηπίδα της Αιγύπτου. Γιʼ αυτό θα πρέπει η ελληνική κυβέρνηση να ζητήσει την άδεια της Τουρκίας για την πόντιση του καλωδίου και η Τουρκία να δώσει τη σχετική άδεια, με βάση τις προβλέψεις του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας (άρθρο 79). Σύμφωνα με αυτό το άρθρο, μια χώρα έχει το δικαίωμα να περάσει ελεύθερα τα καλώδια της (ηλεκτρικά και επικοινωνιακά), αλλά όχι τους αγωγούς της (φυσικού αερίου και πετρελαίου) μέσα από την ΑΟΖ μιας άλλης χώρας. Όμως έχει την υποχρέωση να δηλώσει την πορεία του καλωδίου στη χώρα που έχει την ΑΟΖ, η οποία είναι υποχρεωμένη να δώσει την άδεια αυτή.
Το πρακτικό νόημα της παροχής άδειας είναι η καταγραφή των καλωδίων και της πορείας τους από το κράτος που έχει δικαιώματα στην ΑΟΖ και στην Ηπειρωτική Υφαλοκρηπίδα. Η Τουρκία έχει δηλώσει επίσημα ότι δεν αντιτίθεται στην πόντιση του καλωδίου, αρκεί να της ζητηθεί η άδεια. Οι έλληνες διεθνολόγοι αρνούνται ότι η Ελλάδα πρέπει να ζητήσει αυτήν την άδεια λέγοντας ότι αυτό θα ίσχυε μόνο αν έσκαβε το βυθό για να περάσει το καλώδιο. Στηρίζονται στο ότι το δίκαιο της Θάλασσας επιβάλει αυτή τη άδεια ρητά μόνο για τους αγωγούς (φυσικού αερίου ή πετρελαίου) στην παράγραφο 3 του άρθρου 79***. Όμως το δικαίωμα του παράκτιου κράτους να απαιτήσει άδεια διατυπώνεται έμμεσα στην παράγραφο 2 με το «δικαίωμα του παράκτιου κράτους να λαμβάνει εύλογα μέτρα για την εξερεύνηση της υφαλοκρηπίδας του» αλλά και στην παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου κατά την οποία το παράκτιο κράτος έχει το δικαίωμα να θεσπίζει συνθήκες για καλώδια ή αγωγούς που εισέρχονται στο έδαφός του. Σύμφωνα με τη Διεθνή Νομική Επιτροπή που ήταν υπεύθυνη για την σύνταξη του UNCLOS«η διατύπωση για «εύλογα μέτρα» προστέθηκε για να καταστεί απολύτως σαφές ότι το παράκτιο κράτος είναι υποχρεωμένο να επιτρέπει την τοποθέτηση καλωδίων και αγωγών στο δάπεδο της υφαλοκρηπίδας του, αλλά ότι μπορεί να επιβάλει όρους ως προς τη διαδρομή που πρέπει να ακολουθηθεί, προκειμένου να αποφευχθεί η αθέμιτη παρέμβαση στην εκμετάλλευση των φυσικών πόρων του βυθού και του υπεδάφους. Είναι σαφές ότι τα καλώδια και οι αγωγοί δεν πρέπει να τοποθετούνται με τέτοιο τρόπο ώστε να παρεμποδίζεται η πλοήγηση».
Πέρα από τη νομική διαφωνία των δύο χωρών στο ειδικό ζήτημα της άδειας διέλευσης του καλωδίου, το βασικό ζήτημα είναι η άρνηση της Ελλάδας να αναγνωρίσει τα πραγματικά δικαιώματα της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας της Τουρκίας στον ανοιχτό μεσογειακό νότο της. Αυτό φαίνεται πιο καθαρά στο ζήτημα του αγωγού φυσικού αερίου Κύπρου Ελλάδας, όπου η άδεια της Τουρκίας είναι απαραίτητη. Αυτός ο αγωγός πάγωσε κυρίως λόγω ασύμφορου οικονομικού κόστους αλλά όπως και το ηλεκτρικό καλώδιο Κύπρου-Ελλάδας όπως και η ηλεκτρική διασύνδεση με την Αίγυπτο είχε ένα στόχο: την πρόκληση ενός ακόμα λόγου διένεξης με την Τουρκία ώστε αυτή να απομονωθεί από την Ευρώπη. Στους αγωγούς αερίου αυτή η πρόθεση φαίνεται πιο καθαρά. Γιατί αντί η Ελλάδα να νοιάζεται να μεταφέρει αέριο στην Ευρώπη από την Κύπρο και τη Μέση Ανατολή, το πρώτο που θα έκανε θα ήταν να αντλήσει και να μεταφέρει στον εαυτό της και μετά στην Ευρώπη το δικό της αέριο που επίτηδες και σκανδαλωδώς το έχει αφήσει να κοιμάται για δεκαετίες στο νότο της Κρήτης. Ακόμα και τώρα που θυμήθηκε ξαφνικά πως θέλει να αντλήσει με την EXXON υδρογονάνθρακες από τη νοτιοανατολική Κρήτη πάλι το κάνει για να κοντράρει την Τουρκία και την εκτρωματική και παράνομη ΑΟΖ που αυτή διεκδικεί εκεί με το τουρκολυβικό σύμφωνο. Ως χθες όμως προτιμούσε να μεταφέρει αέριο με αγωγούς από του διαόλου τη μάνα για να παρακάμπτει θεαματικά την Τουρκία παρά να το παράγει η ίδια. Τώρα η ηλιόλουστη και ανεμοδαρμένη Ελλάδα που θα μπορούσε με τις ΑΕΠ της να δώσει περίσσευμα ενέργειας στον πιεσμένο λαό της αλλά και στην Ευρώπη, σκαρφίστηκε τα ηλεκτρικά καλώδια από Κύπρο- Ισραήλ και Αίγυπτο, που δεν θέλουν ρητά άδεια από την Τουρκία, σαν έναν τρόπο πρόκλησης της που δεν προϋποθέτει να θέσει η χώρα μας καθαρά και σταράτα το ζήτημα της ΑΟΖ για άμεση επίλυση. Έτσι διευκολύνεται να προσποιείται τα «ήρεμα νερά» ενώ από την άλλη με αυτή την πολιτική θα ενισχύει τους πιο σοβινοφασιστικούς κύκλους της γειτονικής χώρας και θα τη σπρώχνει μέσω ΕΕ προς τον Πούτιν, τη Χαμάς και τους Τζιχαντιστές. Τελικά εκείνο που συμφέρει τους προβοκάτορες που διοικούν τη χώρα μας είναι να μην εγκαθίστανται ούτε καλώδια ούτε αγωγοί αλλά μόνο να επικρέμονται σαν απειλές και σαν φυτίλια που ανά πάσα στιγμή θα μπορούν να βάλουν φωτιά στην πολιτική πυριτιδαποθήκη των δύο ΑΟΖ (ελληνικής και τούρκικης) ώστε να ανατιναχθούν την κατάλληλη στιγμή οι μόνιμα εύθραυστες ευρω-τουρκικές σχέσεις.
Είναι ο ΘΧΣ κυριαρχικό δικαίωμα;
Στο σημείο αυτό πρέπει να παρατηρήσουμε το εξής: ο ΘΧΣ (της οποιαδήποτε χώρας) δεν αποτελεί ούτε κυριαρχικό δικαίωμα ούτε -πολύ περισσότερο- χώρο κυριαρχίας της. Αυτό το δέχεται επισήμως και το ελληνικό ΥΠΕΞ, αφού στις 7 ερωταπαντήσεις που έδωσε στη δημοσιότητα δηλώνει :
«3. Άρα ο χάρτης αποτυπώνει την ΑΟΖ της Ελλάδας στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας (στο Ιόνιο, στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο);
Η διαδικασία οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών έχει διαφορετικό αντικείμενο από το θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό, ο οποίος αφορά τη διαδικασία με την οποία οι αρμόδιες αρχές των κρατών-μελών αναλύουν και οργανώνουν τις ανθρώπινες δραστηριότητες στις ανωτέρω θαλάσσιες περιοχές για την επίτευξη των οικολογικών, οικονομικών και κοινωνικών στόχων. Συνεπώς, ο χάρτης που αποτυπώνει τον ελληνικό Θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό δεν συνιστά οριοθέτηση ΑΟΖ».
Στο ερώτημα 1 όμως είχε απαντήσει ως εξής:
«1. Γιατί είναι σημαντική κίνηση η κατάρτιση και η εξειδίκευση και αποτύπωση σε χάρτη του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού (ΘΧΣ);
Είναι η πρώτη φορά που αποτυπώνονται σε επίσημο ρυθμιστικό κείμενο της Ε.Ε. τα απώτατα δυνητικά όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας (δηλαδή πλήρης επήρεια της ηπειρωτικής χώρας και των νησιών σε θαλάσσιες ζώνες)» (η υπογράμμιση είναι δική μας).
Μια στο καρφί και μια στο πέταλο δηλαδή, αλλά αυτή είναι η κυρίαρχη λογική που, άλλωστε, καταγράφεται στην ελληνική «πανεθνική» θέση στην ΑΟΖ για το Καστελλόριζο.
Εδώ γίνεται η εξής κουτοπονηριά: Αν η ΕΕ δεχθεί τον ελληνικό ΘΧΣ (έστω και με προσωρινά θαλάσσια σύνορα), τίποτε δεν αποκλείει αύριο η όποια ελληνική κυβέρνηση να επικαλεστεί αυτά τα όρια ως νόμιμα διεθνή όρια ΑΟΖ, κι έτσι να βάλει ένα ακόμη φυτίλι στις ελληνοτουρκικές και ευρωτουρκικές σχέσεις.
Αν η Ελλάδα ήθελε να ακολουθήσει έναν ίσιο, καθαρό και ανοιχτό δρόμο, δεν θα πήγαινε να καθορίσει «τα δυνητικά όρια» της ΑΟΖ της μέσω του χάρτη του ΘΧΣ του οποίου δεν είναι αυτός ο ρόλος. Θα καθόριζε συγκεκριμένες συντεταγμένες ολόκληρης της ΑΟΖ της σε όλες τις θάλασσες που την περιβρέχουν (και όχι μόνο στο Ιόνιο ή σε ένα τμήμα του νότιου Αιγαίου, όπως έχει κάνει τώρα) και θα τις κατέθετε στην αρμόδια υπηρεσία του ΟΗΕ. Παράλληλα θα καλούσε όλες τις χώρες με τις οποίες έχει παρακείμενες ή υπερκείμενες ακτές σε κοινή διάσκεψη, στην οποία θα διαπραγματεύονταν τις ΑΟΖ τους, αφού το Αιγαίο και γενικότερα η Μεσόγειος είναι ημίκλειστη θάλασσα και όχι ανοιχτός ωκεανός, ώστε να έχει το δικαίωμα να διεκδικεί ΑΟΖ 200 ναυτικών μιλίων.
Εξάλλου, ο ίδιος ο ελληνικός νόμος 4546/2018, άρθρο 12, σε μια προσπάθεια συμμόρφωσης του ελληνικού Δικαίου με το άρθρο 12 της Οδηγίας 2014/89/ΕΕ, προβλέπει τα εξής: «Συνεργασία με τρίτες χώρες. Η αρμόδια αρχή του άρθρου 14, όταν αναπτύσσει δράσεις που αφορούν το θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό στις οικείες θαλάσσιες περιοχές, καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για τη δημιουργία πλαισίου συνεργασίας με τρίτες χώρες, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και τις διεθνείς συμβάσεις, όπως με την αξιοποίηση υφιστάμενων διεθνών φόρουμ ή με περιφερειακή θεσμική συνεργασία, μεταξύ των οποίων εντάσσεται η Περιφερειακή Σύμβαση για τη Μεσόγειο Θάλασσα (Σύμβαση της Βαρκελώνης)» (η υπογράμμιση δική μας -στη Σύμβαση της Βαρκελώνης έχει προσχωρήσει και η Τουρκία).
Όμως, αντί το ελληνικό κράτος να συνεργαστεί με την Τουρκία, τι κάνει; Προσπαθεί μέσω του χάρτη αυτού να βάλει την Ευρωπαϊκή Ένωση στο παιχνίδι και μετά, αφού η ΕΕ τον δημοσιεύσει, όπως έχει υποχρέωση, να βγει και να πει ότι η ΑΟΖ της Ελλάδας είναι και ΑΟΖ όλης της ΕΕ. Έτσι θα βάλει την ΕΕ να τσακωθεί εκείνη με την Τουρκία και όχι η Ελλάδα μόνη της.
Η αντίδραση της Τουρκίας
Όπως βλέπουμε από τις πρώτες αντιδράσεις της τουρκικής κυβέρνησης, αυτή τη φορά η αντίδρασή της θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ασυνήθιστα ήπια. Συγκεκριμένα, σε ανταπόκριση του Μανώλη Κωστίδη από την Κωνσταντινούπολη (Καθημερινή, 17-4-2025) διαβάζουμε πως το υπουργείο Εξωτερικών της γειτονικής χώρας με ανακοίνωσή του υποστηρίζει ότι: «Ορισμένες από τις ζώνες που καθορίζονται στο “θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό” που ανήγγειλε η Ελλάδα σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ε.Ε. παραβιάζουν τις ζώνες θαλάσσιας δικαιοδοσίας της χώρας μας στο Αιγαίο Πέλαγος και στην Ανατολική Μεσόγειο. Τονίζουμε για άλλη μια φορά ότι οι μονομερείς ενέργειες και αξιώσεις της Ελλάδας δεν θα έχουν καμία νομική συνέπεια για τη χώρα μας. Υπενθυμίζουμε ότι μονομερείς ενέργειες σε κλειστές ή ημίκλειστες θάλασσες, όπως το Αιγαίο και η Μεσόγειος, θα πρέπει να αποφεύγονται, ότι το διεθνές δίκαιο της θάλασσας ενθαρρύνει τη συνεργασία, συμπεριλαμβανομένων και περιβαλλοντικών θεμάτων, μεταξύ των παράκτιων κρατών σε αυτές τις θάλασσες και ότι, σε αυτό το πλαίσιο, η Τουρκία είναι πάντα έτοιμη να συνεργαστεί με την Ελλάδα στο Αιγαίο Πέλαγος (...) Η Τουρκία στις σχέσεις της με την Ελλάδα διατηρεί τη θέση της ότι θα πρέπει να υιοθετηθεί μια ειλικρινής και περιεκτική προσέγγιση για την επίλυση των ζητημάτων στη βάση του διεθνούς δικαίου, της δικαιότητας και της καλής γειτονίας στο πλαίσιο της Διακήρυξης των Αθηνών». Παράλληλα αναφέρει πως θα υποβάλει δικό της χάρτη θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού και στον ΟΗΕ και στην UNESCO.
Στο μεταξύ το κρατικό πρακτορείο Anadolu δημοσιοποίησε χάρτη για το θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό της Τουρκίας βασισμένο σε μελέτη του τουρκικού Εθνικού Κέντρου Ερευνών για τη Θάλασσα και το Ναυτικό Δίκαιο του πανεπιστημίου της Άγκυρας. Αυτός ο χάρτης, βέβαια, δεν αποτελεί την επίσημη θέση (μέχρι τώρα τουλάχιστον) της τουρκικής κυβέρνησης και λαμβάνει υπόψη του τις συντεταγμένες τόσο του τουρκολιβυκού μνημονίου όσο και της συμφωνίας του 2011 για την υφαλοκρηπίδα με την αυτοαποκαλούμενη «ΤΔΒΚ». Και οι δύο αυτές συμφωνίες περιέχουν όλες τις τουρκικές διεκδικήσεις στα πλαίσια της σοβινιστικής επεκτατικής «Γαλάζιας πατρίδας». Το χειρότερο που περιλαμβάνει ο χάρτης αυτός είναι πως σε όλο το Αιγαίο επιλέχθηκε η μέθοδος της μέσης γραμμής μεταξύ των ηπειρωτικών εδαφών, με αποτέλεσμα να διχοτομείται το Αιγαίο σε όλο το μήκος του μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας. Αυτό σημαίνει πως δεν λαμβάνεται υπόψη καθόλου η επήρεια των ελληνικών νησιών του ανατολικού Αιγαίου, με τη λογική ότι τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα, κάτι που αντίκειται καθαρά στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας. Δηλαδή στην άδικη ελληνική θέση ότι τα νησιά έχουν πλήρη υφαλοκρηπίδα, μια λογική που έχει τις πιο επεκτατικές συνέπειες υπέρ της Ελλάδας και τις πιο ασφυκτικές κατά της Τουρκίας στο Καστελλόριζο, δηλαδή στο νότο της Τουρκίας, αυτή απαντά με το ότι όλα τα νησιά δεν έχουν καθόλου υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, και μάλιστα ότι δεν έχουν το δικαίωμα να επεκτείνουν και τα χωρικά τους ύδατα πέρα από τα 6 μίλια σε όλο το ανατολικό Αιγαίο.
Η θέση της αντιπολίτευσης
Σύμφωνα με όσα καταγγέλλει σύσσωμη η αντιπολίτευση, η κυβέρνηση άργησε χαρακτηριστικά να ολοκληρώσει τις διαδικασίες περάτωσης του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού.
Αυτή είναι όλη κι όλη η διαφωνία όλων των κομμάτων. Ίσα-ίσα για το θεαθήναι. Για την ταμπακιέρα προφανώς υπάρχει απόλυτη συμφωνία, αφού, ως ρωσόφιλοι ή ρωσόδουλοι ή εθνοσοβινιστές, όλοι οι κοινοβουλετικοί κομματικοί σχηματισμοί -στον ένα ή τον άλλο βαθμό- παίζουν εδώ και πολλά χρόνια το αντιτούρκικο χαρτί.
Το ψευτοΚΚΕ μάλιστα, πέρα από τις γνωστές και χιλιοειπωμένες κούφιες αντικαπιταλιστικές του ατάκες, πίσω από τις οποίες κρύβει την πατριδοκαπηλεία του, όπως και τον αντεργατισμό του, υποστηρίζει τα εξής: «Ο πολυδιαφημισμένος “θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός” υπηρετεί μόνο τα συμφέροντα και την κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων που δραστηριοποιούνται στους τομείς της ενέργειας, της ναυτιλίας, του τουρισμού, της “γαλάζιας” και “πράσινης ανάπτυξης»”. Στην ουσία εμφανίζεται βασιλικότερο του βασιλέως και διαμαρτύρεται επειδή «στον χάρτη που δόθηκε στη δημοσιότητα αποτυπώνονται και οι συμφωνίες μεταξύ Ελλάδας-Αιγύπτου και Ελλάδας-Ιταλίας, που δεν έγιναν με βάση τον κανόνα της μέσης γραμμής και απέδωσαν μειωμένη επήρεια σε ελληνικά νησιά, δίνοντας στίγμα για το τι μπορεί να ακολουθήσει στα παζάρια και με άλλες χώρες, όπως η Τουρκία» (Το Βήμα, 16 Απριλίου).
Σημειώσεις
*Η μετάφραση του «Coalitionofthewillings» στα ελληνικά σαν «Συνασπισμός των Προθύμων» έχει κάτι το προσβλητικό, επειδή ο όρος «πρόθυμοι» δείχνει την υποτακτικότητα στην αμερικάνικη υπερδύναμη των χωρών που την ακολούθησαν στον άδικο πόλεμό της ενάντια στο Ιράκ το 2003. Οι Γαλλοι χρησιμοποιούν τον όρο «Coalitiondesvolontaires», δηλαδή «Συνασπισμός των Εθελοντών», τον οποίο χρησιμοποιούμε και εμείς.
** Βλ. σχετικά το άρθρο της Νέας Ανατολής «Ειρήνη με την Τουρκία» (11 Αυγούστου 2020).
***Άρθρο 79
Υποθαλάσσια καλώδια και αγωγοί στην υφαλοκρηπίδα
1. Όλα τα κράτη δικαιούνται να τοποθετούν υποθαλάσσια καλώδια και αγωγούς στην υφαλοκρηπίδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
2. Με την επιφύλαξη του δικαιώματός του να λαμβάνει εύλογα μέτρα για την εξερεύνηση της υφαλοκρηπίδας, την εκμετάλλευση των φυσικών της πόρων και την πρόληψη, μείωση και έλεγχο της ρύπανσης από αγωγούς, το παράκτιο κράτος δεν μπορεί να εμποδίσει την τοποθέτηση ή τη συντήρηση τέτοιων καλωδίων ή αγωγών.
3. Η χάραξη της πορείας για την τοποθέτηση τέτοιων αγωγώνστην υφαλοκρηπίδα υπόκειται στη συγκατάθεση του παράκτιου κράτους.
4.Τίποτα σε αυτό το Μέρος δεν επηρεάζει το δικαίωμα του παράκτιου κράτους να θεσπίζει συνθήκες για καλώδια ή αγωγούς που εισέρχονται στο έδαφός του ή στα χωρικά του ύδατα ή τη δικαιοδοσία του σε καλώδια και αγωγούς που κατασκευάζονται ή χρησιμοποιούνται σε σχέση με την εξερεύνηση της υφαλοκρηπίδας του ή την εκμετάλλευση των πόρων του ή τις λειτουργίες τεχνητών νησιών, εγκαταστάσεων και δομών δικαιοδοσίας του.
5. Κατά την τοποθέτηση υποθαλάσσιων καλωδίων ή αγωγών, τα κράτη λαμβάνουν δεόντως υπόψη τα καλώδια ή τους αγωγούς που βρίσκονται ήδη στη θέση τους. Ειδικότερα, δεν θίγονται οι δυνατότητες επισκευής υφιστάμενων καλωδίων ή αγωγών.